- Ίταλα
- (I)η (ΑΜ Ἴταλα)ονομασία που έδωσε ο Αυγουστίνος στις λατινικές μεταφράσεις τής Βίβλου που κυκλοφορούσαν από τον 2ο αιώνα στη Δύσηπαλαιότεροι θεολόγοι ονόμασαν Ίταλα ό,τι είχε περισωθεί από την πριν από τον Ιερώνυμο λατινική μετάφραση τής Βίβλου.
Dictionary of Greek. 2013.